Γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης
Όταν ολοκληρώνει κανείς την ανάγνωση αυτού του βιβλίου του Αλέξη Πατέλη, επί πέντε χρόνια επικεφαλής του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού (my chief economic adviser, όπως τον παρουσίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνάντηση με εκπροσώπους επενδυτικών οίκων, λίγους μήνες προτού ο ίδιος κερδίσει τις εκλογές, αλλά και προτού… κάνει ευθέως στον Πατέλη την πρόταση να αναλάβει αυτόν τον ρόλο), έχει την αίσθηση ότι ο αφηγητής ξεδιπλώνει με ιδιαίτερη ευχαρίστηση την εμπειρία του από μιαν ιδιαίτερα απαιτητική και υπεύθυνη θέση. Περισσότερο κι από ευχαρίστηση: Mε κέφι. Πράγμα που διαχέεται στην γραφή και δίνει ένα ανάγνωσμα το οποίο ρέει, κι ας είναι φορτωμένο με ουκ ολίγα τεχνικά σημεία. Κι ας αποτελεί μιαν ανάλυση του πώς – γι αυτόν, για τη δική του θεώρηση που είναι προδήλως και εκείνη του Κυριάκου Μητσοτάκη – κερδίζεται «η αξιοπιστία», όπως αυτή ανάγεται στο summum τής προς τα έξω κανονικότητας. Αμφότερες έννοιες που πολιτικά απέδωσαν, όσο κι αν από ένα σημείο και πέρα έγιναν αρκετά αυτοαναφορικές: το τελευταίο αυτό, την αυτοαναφορικότητα, ο Πατέλης τουλάχιστον την αποφεύγει – κι αυτό βοηθάει το βιβλίο να απευθύνεται (και) σ’ ένα κοινό μη-πεπεισμένων.
Ξεκινάει η αφήγηση, και η ελληνική εμπειρία Πατέλη, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να του ζητάει – μέσω email φυσικά – «να περάσει να τα πούνε». Καταγράφει εντυπωσιασμένος ο Αλ. Πατέλης πώς το email προήλθε από τον ίδιο τον Κυριάκο, «όχι από γραμματέα!». Και δηλώνει πως απάντησε παρορμητικά με θετική/ενθουσιώδη φατσούλα, πατώντας παρευθύς send. «Σοβαρέψου» είπε παρευθύς στον εαυτό του, και διόρθωσε με δεύτερο email: «θα ήταν μεγάλη μου τιμή, πρόεδρε».
Πίσω απ’ αυτό το στιγμιότυπο, που ανάγεται σε διαδικτυακές αναρτήσεις Πατέλη της εποχής της ελληνικής κρίσης, βρισκόταν μια προσωπική διαδρομή αρκετά ιδιαίτερη (και, πάντως, με συντεταγμένες οι οποίες θα τραβούσαν την προσοχή Κυριάκου). Με διδακτορικό από το Princeton – «από το σχολείο διάβαζα τον Economist, αλλά κι παρακολουθούσα τις χρηματαγορές – και με επιβλέποντα τον Μπεν Μπερνάνκι, τον 14ο Διοικητή της Fed (2008-14). [Υπήρξε ο Μπερνάνκι ο άνθρωπος που, έχοντας την επίγνωση της Μεγάλης Ύφεσης του Μεσοπολέμου και του ρόλου του χρηματοπιστωτικού κλάδου σ’ αυτήν, συνέβαλε αποφασιστικά στην πρώτη φάση αποτροπής του Grexit το 2012 , όπως και ο Τζακ Λιου ως υπουργός Οικονομικών επί Ομπάμα – το 2015 – εξηγώντας «στους Ευρωπαίους» ότι δεν θα δικαιούνταν να φέρουν νέα αναταραχή στο διεθνές σύστημα μετά τη χιονοστιβάδα της πτώχευσης Lehman Bros]. Αυτήν την εποχή δεν την καλύπτει ο Αλεξ Πατέλης, ο οποίος όμως αναφέρεται στο ένστικτο, τις ιδέες και το ήθος του Μπερνάνκι που «συνόδευσαν [τον Πατέλη] σε όλη του την διαδρομή».
Με αυτό το φόντο, λοιπόν, περπάτησε εν συνεχεία τους διαδρόμους της high finance: Από Goldman Sachs σε Citigroupκαι σε Merrill Lynch ως επικεφαλής αναλυτής για μεγάλη περιοχή της υφηλίου. Μέχρις ότου ….η κατάρρευση της Lehman παρέσυρε την Merrill Lynch (που διεσώθη από την BofA), με τον ίδιο να διερωτάται, στο Τόκιο όπου βρισκόταν μαζί με διάφορα τραπεζικά στελέχη για παρουσίαση, «αν θα ήμασταν ακόμη στην δουλειά μας την επόμενη μέρα».
Η συνέχεια: Ανεξάρτητη εταιρεία συμβουλών με ευρεία απεύθυνση. «Ευτυχώς το εγχείρημα πήγε καλά». Απ’ εκεί, παρακολούθησε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση να φθάνει – ως ευρωπαϊκή κρίση χρέους – στην Ελλάδα. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα με τον σύζυγό του, Μιχάλη, που «έχοντας μεγαλώσει στη Ζιμπάμπουε, γνώριζε από πρώτο χέρι πώς μια χώρα μπορεί να καταρρεύσει ολοκληρωτικά», βλέπει τον εαυτό του να στρατεύεται στους «Μενουμευρώπη» στο Σύνταγμα. Αναφέρεται στη διαπραγμάτευση Βαρουφάκη ως «συνδυασμό ασχετοσύνης, επιπολαιότητας αλλά και αλαζονείας». Θεωρεί ότι «ο διχασμός και το μίσος που είχε σπείρει η νέα κυβέρνηση δηλητηρίαζε τα πάντα». Είναι φανερό ότι έχει λάβει θέση – ξεκάθαρα…
Οπότε; Όταν η αντιπολιτευόμενη Ν.Δ. κάνει τις ενδοκομματικές εκλογές της, «η καρδιά του ήταν ξεκάθαρα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη». Από κει και πέρα, στο «Η Μεγάλη Επιστροφή» ο Άλεξ Πατέλης καταθέτει, χρονιά-χρονιά, την ιχνηλάτηση πώς όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη αναλαμβάνει την εξουσία – «δεν υπήρχε περιθώριο για θεωρίες» -επιχειρεί μιαν οικοδόμηση διακυβέρνησης στηριζόμενης στο τρίγωνο – Φορολογία (κορυφή, επάνω) /Μεταρρυθμίσεις /Χρηματοπιστωτικό σύστημα. Προερχόμενος από τον τελευταίο χώρο, ο Πατέλης δεν μπορεί να μην καταγράψει ότι την ίδια μέρα που αναλάμβανε καθήκοντα αίρονταν «τα τελευταία υπολείμματα των capital controls» [Δεν το πολυαναγνωρίζει, αυτό το τελευταίο, ότι δηλαδή η γραμμή εκκίνησης ήταν από μιαν οικονομία που ήδη επανερχόταν. Και, όπως θα ‘λεγε κι ο Γιάννης Στουρνάρας, θα ζούσε την εμπειρία επαναφοράς του υπερσυμπιεσμένου ελατηρίου…].
Δεν θα μπορούσαν να λείπει από την αφήγηση η ιδεολόγηση – κατά τα πρώτα βήματα εφαρμογής της – της μείωσης φόρων (και ασφαλιστικών εισφορών): «Η αλλαγή στην φιλοσοφία από την προηγούμενη κυβέρνηση ήταν τεράστια», με την ειλικρινή παραδοχή ότι αυτή η προσέγγιση έχτισε σε μια λογική «και ποιος δεν θα ήθελε, να πληρώνει λιγότερους φόρους». Όμως… η καταγραφόμενη προτεραιότητα (2019) για τη μείωση της φορολόγησης της εργασίας -«και όχι της κατανάλωσης και της περιουσίας»- δεν απετέλεσε σταθερά στις μεταγενέστερες φάσεις όταν δηλαδή το δημοσιονομικό δώρο του πληθωρισμού, που έγινε δεκτό με ενθουσιασμό με την ΜΗ-προσαρμογή της κλίμακας της φορολογίας φυσικών προσώπων (και των συντελεστών ΦΠΑ, πλην κάποιων αγγιγμάτων στην φάση Covid), έφερε μια μονομέρεια, αρχικά στην αποσόβηση ελλειμμάτων και εν συνεχεία στο χτίσιμο πρωτογενών πλεονασμάτων.
Άλλο θέμα, η εκκαθάριση του πεδίου στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Εδώ, πάλι στα πρώτα βήματα, μπαίνει στη μέση το διαβόητο «Σχέδιο Ηρακλής». Και ο Πατέλης έρχεται αγριωπά σε επαφή με την ελληνική πραγματικότητα: Σε συνάντηση στο υπουργείο Οικονομικών, «οι τρεις από τις τέσσερεις συστημικές τράπεζες αρνούνταν να συμμετάσχουν στο σχέδιο διάσωσης». Δείτε όμως την συνέχεια της αφήγησης: «Ντόϊνγκ! Αυτή ήταν μια από τις πρώτες μου επαφές με την ελληνική πραγματικότητα. «Δεν είστε σε θέση να το αρνηθείτε -τους απαντούμε κοφτά. Δεν ξέχασα ποτέ αυτήν τη συνάντηση». Για να συνεχίσει να ξετυλίγει το νήμα της διόρθωσης της ισορροπίας των τραπεζών με το ξεφόρτωμα των κόκκινων δανείων στη διαδρομή της θητείας του…
Η συνέχεια καταλαμβάνει επεισόδια από το κυνηγητό των data centers (αρχής γενομένης από το Νταβός του 2020 και τους σχεδιασμούς της Microsoft) μέχρι τις προκλήσεις της πανδημίας του Covid και, για παράδειγμα, την πρόκληση διάσωσης της Aegean (2022). Έτσι κάπως συνεχίζονται οι αφηγήσεις Πατέλη: Προσγειωτική, παράδειγμα, η αναδρομή στη συνάντηση Κυριάκου Μητσοτάκη – Άνγκελας Μέρκελ λίγο προτού η Καγκελάριος αφυπηρετήσει («η συνάντηση δεν είχε ούτε την βαρύτητα, ούτε τη συγκίνηση που θα περίμενε κανείς»). Εντυπωσιακή όταν (και) η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με την απογείωση της ευρωπαϊκής τιμής του φυσικού αερίου, μαζί και της τιμής της κιλοβατώρας («πρώτα διπλασιάστηκε, μετά τριπλασιάστηκε, ύστερα πενταπλασιάστηκε»). σε διάφορες φάσεις αναλύονται οι προκλήσεις του στεγαστικού…
Σ’ όλη αυτήν την αφηγηματική διαδρομή, που ασφαλώς περιλαμβάνει στοιχείο υπεράσπισης της οικονομικής πολιτικής της περιόδου Μητσοτάκη, ο Αλεξ Πατέλης κατορθώνει να μην ακολουθεί τη –διαδεδομένη- πρακτική της δοξολογίας. που, στο κάτω-κάτω της γραφής, για τον Πατέλη θα ήταν εν πολλοίς αυτεπιβράβευση. Μάλιστα, αρκετά νωρίς ενσωματώνει στο κείμενο (σελ. 29) ένα πλαίσιο με τίτλο: «Είναι αντικειμενικό αυτό το βιβλίο;» Για να απαντήσει παρευθύς. «Όχι ακριβώς. Άλλωστε καμιά αφήγηση δεν είναι πλήρως αντικειμενική […] Αυτό που μπορώ να πω με ειλικρίνεια είναι ότι περιγράφω γεγονότα και συναισθήματα όπως τα έζησα – με την καρδιά και το μυαλό μου».
Αυτό – ίσως – εξηγεί και πώς άνθρωποι που διασταυρώθηκαν με τον Πατέλη, όπως ο Γιάννης Στουρνάρας παράδειγμα, κατέγραψαν (ο τελευταίος στην παρουσίαση του βιβλίου, με παρούσα την κυβέρνηση Μητσοτάκη περίπου σε πανστρατιά) ότι μπορούσες να διαφωνήσεις μαζί του, έντονα, αλλά να συνεχίσεις να συνομιλείς.
Δυο τελευταία στοιχεία: Έχει επιλέξει ο συγγραφέας/chief economic advisor να παραθέσει ως παράρτημα μια επιλογή από Ενημερωτικά Σημειώματά του /Newsletters με τα οποία τακτικά επικοινωνούσε – εξ ονόματος της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, φυσικά – με το διεθνές σύστημα, τραπεζίτες, επενδυτικούς οίκους, τέτοια πράγματα. Και εξηγούσε/ανέλυε/επεξηγούσε την εφαρμοζόμενη πολιτική, έδινε στοιχεία και προοπτικές. Πέρα από το χαλαρό ύφος (σε ένα newsletter, αναφορά και στον Peanut του Μαξίμου, με τρόπο που κάθε διεθνή/σοβαροφανή οικονομικό συντελεστή ασφαλώς θα τον έκανε να αισθανθεί οικεία), η συνολική επικοινωνιακότητα Πατέλη θα άξιζε να μελετηθεί. Ακόμη-ακόμη, να διδάσκεται.
Το άλλο: Ασφαλώς αναμενόμενο για Princeton PhD, δεν θα μπορούσαν να λείψουν – επίσης από Παράρτημα – μια ντουζίνα ιστογράμματα, που λένε την ιστορία της «Μεγάλης Επιστροφής». Μόνο που… όπως δίδασκε άλλος επώνυμος με ισχυρές περγαμηνές (από ΜΙΤ) «όταν βλέπεις σειρά διαγράμματα να λένε την ίδια ιστορία, ψάξε καλύτερα!». [Έτσι, στο 4, «Από την αρχή η Κυβέρνηση έθεσε ως στόχο την προώθηση επενδύσεων», η Ελλάδα βγαίνει κορυφαία πλην όμως… η επιλεγόμενη περίοδος 2019-24 «κρύβει» μια πορεία εκτίναξης των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων μέχρι και το 2022, πλην με μείωση 35% το 2023 με επαναφορά το 2024 – και δη κατά 75% για real-estate και αγορά κόκκινων δανείων].
Και μια διαφορετική παρατήρηση: Ο σχεδιασμός του εξωφύλλου (από την we design) κατορθώνει κάτι δύσκολο στην τωρινή πανσπερμία αισθητικών καταθέσεων στον χώρο του βιβλίου: μέσα από την απόλυτη λιτότητα, που επιτρέπει στον γραφισμό του τίτλου να ξεχωρίσει, «σου πιάνει το μάτι». Με την επιλογή ήπιας απόχρωσης του μπλε (αναμενόμενο) να μην κραυγάζει. Αλλά και με την ιδέα οι απόψεις των δυο προλογιζόντων – Στουρνάρα και Δημοκίδη – να φιλοξενούνται ήδη στο εξώφυλλο, με μια λέξη: «Το συνιστώ» ο πρώτος, «Καθηλωτικό» ο δεύτερος.
Πηγή: Kreport.gr

